Μεγάλες σπατάλες κάθε μέρα...
Στη δουλειά, στις παρέες, στα αυτονόητα, στις αδυναμίες... παντού.
Και έρχεται η στιγμή να επιλέξεις...
Σάββατο...
Ξύπνησα με ένα τραγούδι... ήπια καφέ και έπιασα κουβέντα προσπαθώντας να προγραμματίσω τη μέρα μου.
Δεν τα κατάφερα πέραν του δεδομένου ότι θα χρειαζόταν να πάω για μια δυο ωρίτσες στη δουλειά.
Ντύθηκα, ψευτοσυνεννοήθηκα για έναν καφέ με έναν φίλο απ’ τα παλιά, σχεδόν άγνωστο πλέον για μένα και έφυγα...
Στη δουλειά ο χρόνος έφυγε γρήγορα με τα αρχεία που είχα να διαχειριστώ και μπορώ να πω ότι σχεδόν όπως πάντα μου βγήκε πολύ εύκολα. Οπότε δεν πρόλαβα να πιω τον καφέ που έφτιαξα. Τον σκέπασα και τον άφησα πάνω στο γραφείο.
Δεύτερος καφές μιας κι εκείνος στη δουλειά δεν πιάνεται... όχι ακόμα τουλάχιστον.
Ο Γ. σχεδόν αμήχανος... εγώ την αμηχανία μου την πάλευα ακόμα μία φορά φλυαρώντας για το ένα και το άλλο.
Άνοιγα τα κουτάκια μου με τις αναμνήσεις, τις ταξινομημένες μου εμπειρίες, τα κατασταλάγματά μου και τα οριοθετούσα με λέξεις.
Ο καφές τελείωνε και η συνάντηση κρατούσε και για τους δύο περισσότερο από όσο νομίζω και οι δυο μας περιμέναμε.
Ο Γ. άρχισε να αφήνεται και αν μας δινόταν λίγος ακόμα χρόνος θα βγάζαμε τα παπούτσια, θα βάζαμε τα πόδια στους καναπέδες και θα μιλούσαμε για ώρες ακόμα με πολλές ενδιάμεσες σιωπές για να βρει χώρο να υπάρξει κι εκείνο που δεν χωράει σε λέξεις.
Άλλωστε από την τελευταία φορά που ειδωθήκαμε έχει περάσει πολύ νερό κάτω από τη γέφυρα, που θα έλεγε και ο Sam στην Casablanca.
Ο καιρός δεν έλεγε να αποφασίσει... θα βρέξει ή όχι;
Πάντως εγώ με ήλιο ξεκίνησα από το σπίτι.
Αποχαιρετιστήκαμε χωρίς λόγια (ή ίσως εγώ να μην τα θυμάμαι), χωρίς βλέμματα και φτάνοντας στη στάση του λεωφορείου εκείνο έφευγε...
Βιαζόμουν μήπως;
Θα το αλητέψω το Σάββατό μου... το μέσα μου...
Κατέθεσα... δεν σπατάλησα... ξόδεψα... αλλά όχι άδικα... μα έχω ακόμα μερικά στην μέσα τσέπη... δεν θέλω να τα κρατήσω να με δεσμεύουν.
Είχα έναν παρατημένο καφέ κάπου απέναντι... και έναν άνθρωπο...
Αδερφέ ήρθα... στο μέρος που συναντιόμαστε πάντα... στο ανούσιο... αυτή τη φορά φοράω όμως άλλα ρούχα. Μη σε ξεγελάει που κάτι σου θυμίζουν... δεν είναι τα ίδια.
Πιάνω την κούπα με αυτό που πριν λίγες ώρες ονόμαζα καφέ και τώρα έχει γίνει Θεία κοινωνία.
Άναψε εσύ τσιγάρο - θυμιατό και κάτσε να λογαριάσουμε λυγμούς.
Όσες ώρες μετρήσαμε μαζί μέχρι τώρα στον ίδιο ετούτο χώρο ζύγισέ τον με τα πρώτα δέκα μας λεπτά του σήμερα. Βγάλε αποτέλεσμα και έλα να μου πεις κι εμένα του μεθυσμένου για την σπατάλη και το κόστος τις κάθε μας ημέρας.
Ζαλισμένος από αλήθεια αποζητούσα να καταθέσω ως και το τελευταίο μου κέρμα για την επόμενη διαφάνεια της ψυχής μας.
Δεν θα τελείωνε εδώ η μέρα το ήξερα από την αρχή.
Βρήκα στο στρίφωμα δύο ακόμα κέρματα και δυο γουλιές κοινωνία υπολείπονταν στην κούπα μου.
Ήρθε το βλέμμα της (Ζ)ζωής και το χαμόγελό της, εκείνο που με κάνει να ευτυχώ ακόμα και όταν η καθημερινότητα πίσω από το υαλότουβλο με συντρίβει.
Στιχάκια σε αρμένικους ρυθμούς πετούσα, να χτυπούν πάνω σας και να επιστρέφουν πίσω έχοντας αλλάξει σχήμα. Τα έπιανα και τα τοποθετούσα αριστερά τις στιγμές που δεν με βλέπατε.
Δεν είναι πολλές οι μέρες, ούτε καν οι αργίες που η (Ζ)ζωή σου έρχεται τόσο κοντά.
Στέκεστε πλάι πλαί και ακούτε από το ίδιο ζευγάρι ακουστικά, χορωδία σε απόλυτη εναρμόνιση, τον χτύπο της καρδιάς τριών ανθρώπων.
Ρίχνω το τελευταίο μου κέρμα αλλά δεν θέλω να πάρω τίποτα σαν αντάλλαγμα... δεν θέλω να δω άλλη προβολή. Θα φτιάξω μόνο μια ιστορία να πάρω μαζί μου για το δρόμο... να την πάρω χέρι χέρι να με πάει ως το σπίτι... μην φτάσω πάλι μόνος.
Έκανα το guest μου και αποχωρώ. Πάντα επισκέπτης, πελάτης – καλοπληρωτής.
Δεν θα μπορούσα να το διαχειριστώ να επιστρέψω με τη συγκοινωνία στη βάση μου. Πήρα ταξί. Για μια στιγμή μονάχα σκέφτηκα πως θα πληρώσω την κούρσα αφού τα είχα όλα καταθέσει... έβαλα το χέρι στην τσέπη και ήταν γεμάτη... έψαξα στο συναίσθημα και ήταν άδειο... από εκεί ξόδευες πάλι φιλαράκο; Αδιόρθωτος...
Έβαλα μουσική και χάθηκα... ο ταξιτζής θα πληρωνόταν μόνο με ότι είχε η τσέπη μου... ούτε καν μια λέξη δεν θα έδινα.
Τώρα είναι πάλι όλα γεμάτα... πότε θα ξαναπαίξουμε monopoly το μέσα μας;
Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2008
Επενδύοντας στο Σάββατο...
Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2008
Κυριακή δίπλα στο παράθυρο...
Ο έρωτας και η μεγάλη αγάπη…
Σάββατο σαν Κυριακή… με ένα φλυτζάνι καφέ
Ξύπνησα πρωί… σκεφτόμουν στο κρεβάτι… «Σ’ αγαπώ όπως κι εχτές στις 7:00, στης 8:00, στις 8:04, στης 8:05 και της 8:19»… το ίδιο σ’ αγαπώ… είναι ένα δικό μου παιχνίδι που έφτιαξα κοιτώντας το ρολόι μέχρι να σηκωθώ και λίγο μετά, μέχρι να πάω στη δουλειά.
Η αγάπη δεδομένο… όχι συνήθεια… δεδομένο δικό μου… όταν η αγάπη η δική μου γίνει αντιληπτή και σαν δικό σου δεδομένο ίσως να έχουμε θέμα.
Εάν υπάρχει όμως και από την άλλη πλευρά αγάπη να κρατάει αντίβαρο είμαστε καλά.
Ωραία… με την αγάπη καθαρίσαμε… δεδομένο μας και μεγάλη ευτυχία μας…
Ο έρωτας όμως;
Εδώ έρχεται η αγάπη και τα μπερδεύει λίγο.
Η μεγάλη αγάπη που σε μπερδεύει και νομίζεις πως είναι έρωτας… γιατί εντάξει με την αγάπη τα κατάφερες, που είναι και το μεγάλο μας θέμα, γενικότερα στη ζωή, αλλά με τον έρωτα που είναι η τρέλα, η παρόρμηση, ο πόθος και η μεγάλη ντόπα της καθημερινότητάς σου;
Η αγάπη όσο μεγάλη κι αν είναι, πολύ περισσότερο όταν είναι μεγάλη, έχει έναν χαρακτήρα επίσημο. Είναι ουσία… μεγαλειώδης… βασίλισσα… δεν της κάνεις κατάχρηση, ούτε την τσαλακώνεις με κακομεταχείριση. Την κρατάς φυλαχτό.
Ο έρωτας όμως, από μόνος του έχει έναν χαρακτήρα λίγο επιπόλαιο, λίγο τρελούτσικο, λίγο αφελή, λίγο εφήμερο, λίγο επιφανειακό, εμπαθή και φλογερό.
Είναι ένα χαμίνι που αν του αφαιρέσεις όλα αυτά τα λίγο δεν θα υπάρχει πια.
Θα είναι κάτι άλλο αλλά όχι έρωτας.
Γιατί, εξηγήστε μου κι εμένα του αφελή, υπάρχει έρωτας χωρίς την τρέλα του να κάνεις λάθη; Χωρίς την αφέλεια του για πάντα; Χωρίς την τρέλα του να νομίζεις ότι όλα τα μπορείς; Χωρίς τον πόθο και την φλόγα του ερωτισμού;
Σε αυτή την τελευταία λέξη θα σταθώ.
Γιατί ονομάζεται ερωτισμός η επιθυμία που φέρνει δύο σώματα κοντά; Γιατί «κάνουμε έρωτα» και δεν χρησιμοποιούμε κάποια άλλη λέξη;
Ίσως γιατί είναι τόσο άρρηκτα δεμένες μεταξύ τους οι έννοιες και η μία προϋποθέτει την ύπαρξη της άλλης για να υφίσταται…
Βάζω μπροστά το ίσως, αφήνοντας την πιθανότητα λάθους, από ελπίδα κυρίως του να κάνω εγώ λάθος και όχι από αβεβαιότητα.
Ο πλατωνικός, χαρακτηριζόμενος, έρωτας δεν είναι η λύση στο ερώτημά μου, διότι κι αυτός περιέχει τα στοιχεία αυτά, αλλά περισσότερο στο ανεκπλήρωτό τους, με την προϋπόθεση όμως της υπέρβασης λόγω άλλων δεδομένων χαρακτηριστικών του ατόμου που θα τον βιώσει.
Αυτός ο πολύπλοκος χαρακτήρας του έρωτα, ο μυστηριώδης, λίγο δύστροπος, κακομαθημένος και ασαφής είναι που ενέπνευσε και όλους τους ανά τους αιώνες ποιητές, στιχουργούς, συγγραφείς και μουσικούς.
Η αγάπη, όσο μεγαλειώδης κι αν είναι, ακριβώς επειδή έχει ουσία και μπορείς να την αναγνωρίσεις από την πρώτη στιγμή όταν την αισθανθείς δεν έχει την ίδια τύχη σε δημοτικότητα όσο ο έρωτας.
Είναι σαν δύο ερμηνεύτριες… η μία της όπερας και η άλλη του λαϊκού.
Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2008
Σάββατο κι απόβραδο...
Πήρα το γνωστό λεωφορείο γέφυρα. Στην μία άκρη της διαδρομής εγώ, στην άλλη...
Φεύγω άλλη μία φορά... από που; Και για πού;
Που είναι το εδώ μου και που το εκεί;
Έβαλα τους στοίχους τις ζωής και τις μουσικές τις αγρύπνιας μου στ’ αφτιά κι έκατσα σε μία από της ανάποδες θέσεις.
Σχεδιαστική διαστροφή; Εξοικονόμηση χώρου; Συνομωσία αναποδιάς; Όπως και να έχει αυτές οι θέσεις έχουν κάτι το κινηματογραφικό, ειρωνικό και δραματικό.
Έβλεπα το νυχτερινό τοπίο της πόλης, κάτω από τα κίτρινα φώτα της λεωφόρου, να φεύγει. Προνόμιο των θέσεων αυτών...
Σκέψεις μοναχικότητας έρχονταν και εξελίσσονταν σε σκέψεις μοναξιάς.
Προσπάθησα να μετριάσω την ταχύτητα ανταλλαγής μηνυμάτων μεταξύ καρδιάς και νου. Πιέστηκα να σκεφτώ κάτι από την δουλειά και τις υποχρεώσεις της Δευτέρας. Το κακό είναι ότι παρότι έχω πάρα πολλά να κάνω και μπορεί να αγχώνομαι, αλλά ξέρω πολύ καλά ότι εκεί θα τα καταφέρω εντέλει και οπότε ο νους επέστρεψε πάλι στο δύσκολο παζλ των σκέψεων προς αποφυγή.
Συνέχισα κατά 'κει που αρίζει η νύχτα...
Πλισιάζει Πανσέλινος εε;
Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008
Αποτέλεσμα... δύο στιγμούλες...
... μεγάλο κέρδος...
Ένα μικρό μήνυμα που τελικά δεν ήξερες αν θα έβρισκε παραλήπτη, καθότι κατά κύριο λόγο μπορείς να το χαρακτηρίσεις συμπαντικό και άρα αόριστο, μολαταύτα σου επεφύλασσε τις μικρές του εκπλήξεις.
Μικρές εκπλήξεις με μεγάλου βεληνεκούς συγκινήσεις... που κάνουν και την διαφορά.
Απολογισμός ανταπόκρισης πρώτης ημέρας και άρα άμεσου αντίκτυπου... μία αγκαλιά και δύο βουρκωμένα μάτια από πηγαία συγκίνηση σύμπλευσης και ένα τηλεφώνημα – λύτρωση, λήξης μεταβατικής περιόδου και συνεπώς αφετηρίας νέου κύκλου.
Δεν διεξάγω στατιστική έρευνα, αλλά μπορείς να πεις ότι είναι και η διαστροφή της επαγγελματικής μου ευσυνειδησίας που μου κατέστησε δεδομένο αυτόν τον τρόπο σκέψης, τον οποίο όμως, για να μην γίνει «κακή» τεχνοκρατική συνήθεια, φροντίζω να τον συμμορφώνω με τον κώδικα αξιών που μέσω συλλογής εμπειριών πάσχισα να συνθέσω.
Δεν συλλέγω λοιπόν αντιδράσεις για να αρχειοθετηθούν σε μία βάση δεδομένων... συλλέγω στιγμές αγαπημένες, μοναδικά αυθεντικού χαρακτήρα, για να τις κρεμάσω στολίδια στο δέντρο της ζωής μου και ίσως κάποιες από αυτές παράσημα στο πέτο.
Εκπλήσσομαι πολλές φορές, τρομάζω μπορώ να πω, από την δύναμη πέντε λέξεων που θα μπουν σε μία σειρά και θα εκφράσουν μία σκέψη, μία αίσθηση, μία θέση...!
Στην προκειμένη περίπτωση οι λέξεις ήταν σαφώς περισσότερες αλλά εκ του αποτελέσματος κρίνοντας η ουσία παραμένει η ίδια καθώς η συγκίνηση για τον κάθε αναγνώστη ήρθε από μία μικρούλα φράση μέσα στην φλυαρία του γραπτού μου λόγου.
Κάπου προς το τέλος του κειμένου μία φράση έφερε την αγκαλιά, τα δάκρυα συγκίνησης και το φιλί που ξέχασα προηγουμένως να καταγράψω... και άλλη μία κάπου στη μέση, το τηλεφώνημα σύμπλευσης και αφετηρία νέου κύκλου ζωής αλλά ταυτόχρονα και συνέχειας ενός άλλου μεγαλύτερου κοινού δικού μας που αιωρούταν.
Γράφω ή καταγράφω;
Πραγματικά μπερδεύομαι με αυτό το ερώτημα και μένει πάντα αναπάντητο... αλλά τι νόημα έχει; Απλά για να βάλω μία ταμπελίτσα; Ή για να το οριοθετήσω στο κεφάλι μου και να το χωρέσω;
Όπως και να έχει, εμένα μου αποδίδει γιατί σε προσωπικό επίπεδο βρίσκουν διαφυγή στο φως και σχηματίζονται, όσα μέσα δεν χωρούν συγκεχυμένα... και γενικεύοντάς το καταθέτονται στο κοσμικό όλον και οι δικές μου συναισθηματικές καταγραφές.
Θα το αφήσω έτσι αναπάντητο λοιπόν κι ας με πεισμώνει λίγο... και θα το αφήσω γιατί τουλάχιστον δεν μου προκαλεί ανικανοποίητο καθώς έχω το λόγο και την ουσία, απλά δεν έχω την σχηματική του απεικόνιση.
Είναι αυτό που αρέσκομαι να λέω... «Δεν έχω τίποτα να πω... να μιλήσω θέλω μόνο...» και ως έτσι το αντιμετωπίζω.
Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008
...παντού και κάθε μέρα τώρα...
Χωρισμένοι σε ομάδες κάθε μέρα...
Από εδώ οι έχοντες, από εκεί η μη έχοντες...
Δεξιά οι βολεμένοι, αριστερά οι μόνιμα μαχόμενοι...
Στα σχολεία τα παιδιά, στις δουλειές οι μεγάλοι...
Όλα σε σειρά σαν να τα τακτοποίησε η μαμά μετά από την γενική του Σαββάτου, ώστε την Κυριακή που θα έρθει κόσμος στο σπίτι να μην μας «παρεξηγήσει ο κόσμος».
Εν ολίγοις, τάξη για το φαίνεσθε...
Αυτά σε πρώτη ανάγνωση... για όσα μπορείς να δεις απλά κοιτώντας.
Πάμε να παρατηρήσουμε όμως...
Υγιείς και πάσχοντες χωριστά σε ομάδες;
Ευαίσθητοι και αναίσθητοι;
Σκεπτόμενοι και επιπόλαιοι;
Συνειδητοποιημένοι και αδιάφοροι;
Γνώστες και αδαείς;
Εδώ το πράγμα μπερδεύεται λιγάκι...
Μολαταύτα θα μπορούσα να πω ότι και στις πρώτες κατηγοριοποιήσεις το σκηνικό δεν είναι απόλυτο όπως επέβαλε η μαμά, αλλά πάντα δικαιολογούμε αποκλείσεις του συν – πλην κάτι λίγο...
Εδώ όμως το χάσμα μεγαλώνει.
Καλώς... γιατί ούτως ή άλλως δεν μένω μαζί με την μαμά που τόσο αγαπώ... και ευτυχώς υπάρχουν και μαμάδες που δεν τακτοποιούν το σπίτι για «τα μάτια του κόσμου» ή δεν το τακτοποιούν και καθόλου όταν κρίνουν ότι αυτό δεν έχει νόημα αφαιρώντας του την αυθεντικότητά του.
Παίρνω ανάσα...
Θα σκεφτώ για λίγο την τάξη με ουσία που έμαθα στο απλό...
Στο παλιό σπίτι στο χωριό, κάποιων καλοκαιριών της πρώτης νιότης, που βίωνα την τάξη του σεβασμού της λιτότητας του ξύλου για το τζάκι, του νερού απ’ το ρυάκι για τον κήπο και της ιεράρχησης των στόχων, των επιθυμιών και των αξιών.
Στα Σάββατα που ξυπνούσαμε πιο αργά και τα περιμέναμε με ανυπομονησία και στις Κυριακές που ξυπνούσαμε νωρίτερα να δούμε «παιδικά» στην τηλεόραση, αλλά νυστάζαμε για να πάμε εκκλησία όταν μας ξύπναγε η μαμά...
Στις μέρες εκείνες που τελευταίες ώρες στο σχολείο η μεσημεριανή ζεστή θαλπωρή του ήλιου που έμπαινε από το παράθυρο της τάξης και η γλυκιά κούραση της προσπάθειας έσπρωχνε τα βλέφαρα την ώρα του «Εμείς κι ο κόσμος», λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι και σπάσει θρύψαλα στο πάτωμα. Επιστρέφοντας στο σπίτι και αφού είχες ξεσαλώσει στο δρόμο με τους συμμαθητές που παίρνατε την ίδια διαδρομή, προσπαθούσες από την σκάλα να μαντέψεις, τεντώνοντας την μύτη, το φαγητό που σε περίμενε στο τραπέζι...
Ανάσα τέλος...
Το πρωί αν προλάβεις πίνεις καφέ στα γρήγορα ειδάλλως τον ταλαιπωρείς με τις ώρες στη δουλειά σε κοφτές γουλιές, ανάμεσα σε συμβιβασμένες διαδικασίες.
Όταν επιστρέψεις σπίτι... πάντα ώρες αργότερα από το καθορισμένο, καθότι διεστραμμένα εργασιομανής, συναντάς την τάξη που άφησες να σε περιμένει στο σπίτι άθικτη.
Την κοιτάζεις για λίγο... την περιεργάζεσαι και απορείς... μύχιες σκέψεις αρχίζουν να βρίσκουν το δρόμο τους προς το φως... αλλά είσαι πολύ κουρασμένος να ασχοληθείς μαζί τους τώρα... αργότερα... κι αργότερα... κι αργότερα.... μα δεν μου ταιριάζει η αναβλητικότητα.
Η γλυκιά κούραση του «Εμείς κι ο κόσμος» των σχολικών χρόνων έχει γίνει πλέον σκέτη κούραση του σκέτου εμείς, εγώ, εσύ ή του κόσμου.
Δεν το βιώνεις στο θρανίο αλλά έρχεται σαν αποχαύνωση στον καναπέ μπροστά στην τηλεόραση προσπαθώντας την αδράνεια που μετονόμασες σε ξεκούραση.
Δεν ξεσαλώνεις στο δρόμο με τους συμμαθητές αλλά απομονώνεσαι στο λεωφορείο βάζοντας τα ακουστικά σου για να αποστασιοποιηθείς της μίζερης πραγματικότητας και φυσικά δεν περιμένεις στρωμένο το τραπέζι και το φαγητό να μυρίζει στο διάδρομο της πολυκατοικίας.
Πεσιμισμός;
Λάθος... απλά αθεράπευτος ρεαλισμός και αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Συγκρίσεις κάνω.
Δεν με θλίβουν αυτά... δεν με πονούν γιατί για να τα μετρώ σημαίνει ότι τα έχω εικόνες και βιώματα... τόσο τα πριν όσο και τα τωρινά.
Αγαπώ και τα παλιά και τα νέα.
Είναι μέρος της ίδιας παράστασης.
Τώρα είναι η παράσταση και ας προετοιμάζεσαι νομίζοντας ότι είσαι στην πρόβα ακόμα.
Γι’ αυτό δεν θα ενταχθώ σε καμία ομάδα...
Θα είμαι με όλους και με μένα...
Θα έχω εσένα για την στιγμούλα που θα κοιταχτούμε και θα κρυφογελάσουμε που πιάσαμε το σφυγμό της...
Εσένα που κάθεσαι δίπλα και δεν μου μιλάς αλλά ξέρω ότι έτσι μου λες τα πάντα...
Εσένα για να περπατάμε μαζί πλάι στο κύμα...
Εσένα να βλέπουμε μαζί ταινίες...
Εσένα να σου γράφω στοίχους που σε βάζουν σε σκέψεις...
Κάθε εσένα που με κάνεις να κερδίζω την στιγμή του τώρα μου και ζω!
Δεν θα γράψω άλλο...
Θα κρατήσω το τώρα ζω... ανάμεσα στο ενταγμένος και ανένταχτος γιατί παντού είναι το τώρα... κάθε μέρα είναι τώρα... κάθε μέρα ΖΩ!
Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2008
... Υστερόγραφο παύσης...
... η γκρίνια που έταξα...
Σημασία έχει αυτό που είμαστε και πώς το καταφέραμε!
Ο Κώδικας Αξιών μας και η πίστη μας σε αυτόν..
Όχι
Σημασία έχει αυτό που είμαστε και το πουλάμε!
... καθώς ο άνθρωπος από την φύση του είναι κοινωνικό ον.
Όχι
Αυτό που δεν είμαστε και το πουλάμε, μήπως;
Σκέψη που προκύπτει από τα πρέπει του κοινωνικώς αποδεκτού.
Όχι, όχι...
Σημασία έχει να πουλάμε!!! Γενικώς.
Έχεις, δεν έχεις να πουλάς!
Ναι, αυτό είναι...
Πούλα... ξεπούλα...
Μα οι εκπτώσεις τελειώνουν κι αυτές...!!!
... απλά μία παύση...
Δεν θα πω... τίποτα... και σας το υπόσχομαι αυτό το τίποτα!
Ναι, θα γκρινιάξω λίγο... αλλά θα μου περάσει...
Όταν μου περάσει θα τα πούμε πάλι...
Ευχαριστώ για την συγκαταβατικότητά σας...