Μέρες του Ιουνίου που υπάρχουν μόνο μέσα από το χαρακτηριστικό ζεστές.
Θαρρείς πως θέλουν λίγο ακόμα και θα λιώσουν, θα χαθούν ποτάμι κάτω από τα πόδια σου.
Δικός σου χρόνος είναι. Χαμένο τον αφήνεις να πηγαίνει.
Επιφάνεια, σκέφτεσαι.
Στο βάθος αυτό που έχει ήδη λιώσει και χαθεί είναι η ουσία.
Ξεκινάς τα ερωτήματα προσπαθώντας να πιάσεις τις μέρες από την άκρη τους και να τις ξετυλίξεις σαν κουβάρι μπλοκαρισμένων αισθημάτων.
Τι είναι αυτό που λείπει; Που θα ήθελες να ήσουν; Τι δεν ταιριάζει;
Καμία απάντηση δεν σου έρχεται, όπως όταν σε πιάνουν και σε ρωτούν στο δρόμο για ένα θέμα τις επικαιρότητας που μόνο εσύ δεν παρακολούθησες στην τηλεόραση.
Στην αρχή ντρέπεσαι λίγο. Μετά θυμώνεις, αν πρόκειται για κάτι που γενικά σε ενδιαφέρει.
Ναι, και τώρα σε ενδιαφέρει γιατί μιλάμε για σένα, αλλά δεν βρίσκεις απάντηση.
Το μυαλό σου έχει κολλήσει, υπνωτισμένο από τη ζέστη θαρρείς.
Βολεύεσαι σε τέτοιες απαντήσεις επιφάνειας και μένεις με την απορία.
Μα, που πήγε η άκρη;
Ίσως είναι που κουβάρια και ζέστη δεν πάνε μαζί.
Κάπως έτσι βρίσκεις ελαφρυντικά τις μέρες που χαρακτηρίζονται ζεστές, για να αναπαύεσαι στην ελαφρότητα της κάθε επιφάνειας.